Το μάσημα της τροφής έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτή που του δίνουμε κατά γενική ομολογία. Είναι κάτι που κάνουμε σχεδόν ασυνείδητα κι όμως είναι η πρώτη δραστηριότητα που θα οδηγήσει στις υπόλοιπες διαδικασίες της πέψης ενός γεύματος. Υπάρχουν ακόμη και περιπτώσεις που καταβροχθίζουμε το φαγητό μας χωρίς να το μασήσουμε αρκετά.
Το μάσημα της τροφής όμως δεν παίζει απλά έναν ρόλο στην πεπτική διαδικασία, αλλά έχει και ψυχολογικές διαστάσεις, οι οποίες βοηθούν στην ισορροπία σώματος, πνεύματος και συναισθημάτων.
Ας αναρωτηθούμε γιατί τρόφιμα που πλασάρονται ως ¨τραγανά¨ είναι τόσο δημοφιλή. Όλοι θέλουν να γευτούν ένα τραγανό κουλουράκι ή πατατάκια ή κρακεράκια, ακόμη και τα τραγανά δημητριακά για το γάλα. Αυτό εκμεταλλεύονται οι διαφημιστές για να προωθήσουν τα προϊόντα τους, ποντάροντας στην πρωταρχική, έμφυτη ακόμη και πρωτόγονη διαδικασία του μασήματος της τροφής.
Για να κατανοήσουμε την σημασία του μασήματος, φτάνει να αναφέρουμε ότι χρόνια πριν οι κατασκευαστές των τσιπς δημιούργησαν συσκευή που μετράει τα επίπεδα τραγανότητας που αντιλαμβάνεται ο καταναλωτής τρώγοντας πατατάκια. Από τότε αυτά παρασκευάζονται σύμφωνα με τα απαιτούμενα επίπεδα ντεσιμπέλ που αποδείχτηκε ότι είναι ευχάριστα στα αυτιά του καταναλωτή που τα γεύεται και ανάλογα της τραγανότητάς τους.
Από ψυχοφυσιολογικής άποψης, το μάσημα είναι φυσική διέξοδος της εσωτερικής επιθετικότητας.
Όλοι ξέρουμε τι θα συμβεί αν πετάξουμε ένα κομμάτι κρέας σε ένα λιοντάρι μέσα σε κλουβί. Το λιοντάρι θα βρυχηθεί, θα ορμήσει και θα το κατασπαράξει σα να ήταν ζωντανό. Αυτή η επιθετικότητα είναι στην φύση του λιονταριού. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι μια πράξη βίας ή εκδίκησης ή κακίας. Το λιοντάρι δεν θα επιτεθεί σε έναν λαγό, για παράδειγμα, επειδή το μισεί. Συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Το λιοντάρι ¨αγαπάει¨ τον λαγό.
Οι αναπτυξιακοί ψυχολόγοι αναφέρουν ότι και οι άνθρωποι, όπως τα λιοντάρια, έχουν έμφυτη επιθετικότητα, την οποία αποδίδουν στην πρωταρχική επιθυμία του εμβρύου να δαγκώσει. Οι δε ψυχολόγοι συνδέουν την επιθετικότητα για δάγκωμα με τον θηλασμό του βρέφους. Είναι ένα δάγκωμα που το συνδέει με την μητέρα του. Το βρέφος προσπαθεί να ¨γραπώσει¨, αλλά και να κρατήσει τον μαστό της μητέρας του που για αυτό είναι η πηγή της τροφής. Αν το απομακρύνει κανείς χωρίς να έχει χορτάσει, θα αρχίσει να κλαίει και να ουρλιάζει.
Στις ψυχολογικές προσεγγίσεις που σχετίζονται με το σώμα, το σαγόνι συνδέεται με τον θυμό και την επιθετικότητα. Όταν τέτοια συναισθήματα δεν εκφράζονται, δημιουργούν μια ένταση και σφιγμένους μύες στο σαγόνι. Είναι όπως ένας σκύλος που σφίγγει και δείχνει τα δόντια του όταν θυμώνει ή προκαλείται. Έτσι και ο άνθρωπος διοχετεύει την επιθετικότητα μέσω του προσώπου του. Με το δάγκωμα και το μάσημα επιτρέπουμε την απελευθέρωση αυτού που οι ψυχολόγοι ονομάζουν ¨οδοντικές παρορμήσεις επιθετικότητας¨.
Πολλοί άνθρωποι δεν μασάνε, αλλά καταπίνουν την τροφή σχεδόν ολόκληρη.
Υπάρχει και αυτή η κατηγορία ανθρώπων που παίρνουν ευχαρίστηση από την ταχύτητα με την οποία καταναλώνουν το φαγητό και όχι από την γεύση και την υφή του. Σε αυτή την περίπτωση όμως, δεν εκτονώνουμε την ένταση και δεν μπορούμε να ικανοποιηθούμε εκατό τοις εκατό το γεύμα μας. Έτσι όμως συνεχίζουμε να τρώμε ακόμη κι αν χορτάσαμε ή εσωτερικεύουμε την ένταση που συσσωρεύεται και οδηγούμαστε σε ψυχοσωματικά συμπτώματα. Υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν από το¨ σύνδρομο της κροταφογναθικής άρθρωσης ¨ ως αποτέλεσμα του ανέκφραστου θυμού τους.
Από ψυχολογικής άποψης, οι άνθρωποι που δεν μασούν την τροφή τους δείχνουν ότι δεν προσπαθούν αρκετά ώστε να πάρουν την πλήρη απόλαυση από την ζωή. Θέλουν γρήγορη ικανοποίηση χωρίς κούραση. Ομοίως αρνούνται να μασήσουν το φαγητό τους, ώστε να το γευτούν πλήρως. Αυτό όμως τελικά οδηγεί σε μεγαλύτερη πείνα. Το μάσημα και η γεύση της τροφής είναι απαραίτητα στον κορεσμό και την ικανοποίηση. Όταν στερούμαστε αυτές τις γευστικές απολαύσεις, ο εγκέφαλός μας ζητά περισσότερο φαγητό. Η γεύση, η υφή και η ικανοποίηση είναι μέσα στις θρεπτικές μας ανάγκες.
Οι επιστήμονες για να αποδείξουν τα παραπάνω πειραματίστηκαν σε ποντίκια, στερώντας τους την γεύση. Αυτά τα ποντίκια καθώς και μια δεύτερη ομάδα μπήκαν σε μια διατροφή. Έτρωγαν και οι δύο ομάδες την ίδια ποσότητα φαγητού, όμως η ομάδα που στερήθηκε την γεύση πέθανε. Μετά από νεκροψία, οι ερευνητές βρήκαν μόνο μια αιτία θανάτου. Τον υποσιτισμό. Κατέληξαν λοιπόν στην εξήγηση ότι υπάρχει κάποια σύνδεση γεύσης και υγείας πολύ σημαντική. Ομοίως και οι ασθενείς σε νοσοκομεία, που τρέφονται ενδοφλέβια ή με σωλήνες σίτισης και όχι από το στόμα, αναφέρουν την ανάγκη τους για γεύση, καθώς και προβλήματα στην πέψη, το ανοσοποιητικό και άλλα.
Οι μηχανισμοί που αφορούν σε όλα αυτά είναι πολύπλοκοι και δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητοί ακόμη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι για να τραφούμε πλήρως από το φαγητό πρέπει να το γευτούμε μέσω της μάσησης.
Για να ¨τραφούμε¨ από κάθε εμπειρία, πρέπει να την ¨γευτούμε¨ και να την ¨μασήσουμε¨ σχολαστικά.
Είναι γεγονός ότι χρησιμοποιούμε ίδιες λέξεις για το φαγητό όπως και για την διαδικασία σκέψης. Λέμε, για παράδειγμα, ¨αναμασάω μια ιδέα¨, ή ¨δεν μπορώ να το χωνέψω ή να το καταπιώ¨ για κάτι που δεν πιστεύουμε. Χρησιμοποιούμε μεταφορές για το φαγητό και την πέψη όπως για το μυαλό μας. Όταν λοιπόν, οι ιδέες και το φαγητό δεν ¨μασούνται¨ και δεν ¨χωνεύονται¨, κάνουν εξίσου κακό στον οργανισμό μας.
Το στόμα είναι το πρώτο όργανο που συμβάλλει στην διαδικασία πέψης και πρέπει να του δώσουμε την πρέπουσα σημασία. Στο στόμα, με την βοήθεια του σάλιου, γίνεται η διάσπαση των σύνθετων υδατανθράκων. Αυτό κάνει η αμυλάση, ένα ένζυμο που βοηθά στην χημική πέψη των αμύλων. Στο στόμα γίνεται η μηχανική χώνευση της τροφής με την διαδικασία του μασήματος. Με αυτόν τον τρόπο κόβουμε την τροφή σε μικρότερα κομμάτια, αυξάνοντας την επιφάνειά της, ώστε όταν φτάσει στο στομάχι να βοηθήσει τα στομαχικά οξέα και ένζυμα στην πέψη.
Ας δούμε τι θα συμβεί αν καταπιούμε κάτι ολόκληρο, όπως ένα μεγάλο κομμάτι κρέας. Αρχικά το στομάχι πρέπει να κάνει μυϊκές κινήσεις για να το διασπάσει σε μικρότερα κομμάτια, κάτι που δεν είναι στις φυσιολογικές του διαδικασίες. Έπειτα, επειδή ακριβώς είναι μεγάλη η επιφάνεια αυτού που φάγαμε, τα υγρά του στομάχου δεν επαρκούν και πρέπει να αυξηθεί η έκκρισή τους. Αυτό όμως ερεθίζει το εσωτερικό του στομάχου και προκαλεί όξινη δυσπεψία. Αν, δε, έχουμε καταναλώσει φαγητό πλούσιο σε πρωτεΐνες, τότε επιδεινώνεται η κατάσταση αρκετά.
Μασώντας θέτουμε σε λειτουργία έναν ¨βηματοδότη¨, ο οποίος δίνει ρυθμό σε όλο το σώμα μας, με την ταχύτητα και τον αριθμό των φορών που μασάμε. Αν μασάμε γρήγορα και ανεπαρκώς, το σώμα βιώνει ένα δυσάρεστο αίσθημα στην προσπάθεια της πέψης. Αντίθετα, μασώντας με έναν μέτριο ή αργό ρυθμό, οδηγούμε το σώμα μας σε πιο χαλαρές διαδικασίες αλλά και σε δυνατότερο μεταβολισμό.
Δεν πρέπει να δούμε το σωστό μάσημα της τροφής ως άσκηση πειθαρχίας και καταναγκασμό, αλλά να προσπαθήσουμε να τρώμε συνειδητά και να γευόμαστε το φαγητό. Ας συνηθίσουμε να τρώμε μασώντας και απολαμβάνοντας το γεύμα μας.